Επιστροφή στο σχολείο
Από την Επιστημονική Ομάδα της Γραμμής 11525 & του Συμβουλευτικού Κέντρου της Ένωσης «Μαζί για το Παιδί»
Έφτασε ο Σεπτέμβρης! Η φράση αυτή σηματοδοτεί στο μυαλό πολλών τη λήξη των καλοκαιρινών διακοπών και την επιστροφή στις υποχρεώσεις τους. Για τα παιδιά και τους εφήβους σηματοδοτεί τη λήξη των θερινών διακοπών, της ανεμελειάς και την επιστροφή στο σχολικό περιβάλλον.
Οι πρώτες μέρες στο σχολείο αποτελούν για όλες τις ηλικιακές ομάδες αλλά και για τους ίδιους τους γονείς, μία περίοδο προσαρμογής. Τα παιδιά καλούνται να επιστρέψουν στις σχολικές αίθουσες και να αφιερώνουν αρκετές ώρες της ημέρας τους εκεί, να επαναπροσαρμόσουν το ημερήσιο πρόγραμμά τους με τέτοιο τρόπο ώστε να είναι σε θέση να αντεπεξέλθουν στις σχολικές τους ανάγκες και ευθύνες.
Από την άλλη οι γονείς καλούνται να αντιμετωπίσουν και να διαχειριστούν επαρκώς τόσο τις οποιεσδήποτε δυσκολίες και ανησυχίες μπορεί να επιφέρει η πρώτη επαφή με το σχολικό πλαίσιο ή η επαναπροσαρμογή σε αυτό στο παιδί, όσο και τις δικές τους αγωνίες ως προς την εξέλιξη και ανάπτυξη του παιδιού στην σχολική κοινότητα, έχοντας μάλιστα πάντοτε στη μνήμη τους και τις προσωπικές τους εμπειρίες μέσα στο σχολικό πλαίσιο.
Το άνοιγμα των σχολείων σηματοδοτεί και για την Επιστημονική Ομάδα της «Γραμμής 11525» της Ένωσης «Μαζί για το Παιδί» μία περίοδο κατά τη διάρκεια της οποίας η θεματολογία των κλήσεων αφορά κυρίως σε θέματα που άπτονται της επιστροφής στο σχολικό πλαίσιο και την προσαρμογή των παιδιών σε αυτό.
Παρακάτω παρατίθενται μερικές από τις πιο συχνές ερωτήσεις που καλούνται οι ειδικοί της γραμμής να απαντήσουν καθώς και κάποιες επιγραμματικές οδηγίες για τη διαχείριση των συγκεκριμένων καταστάσεων. Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι το κάθε παιδί είναι μοναδικό και σε καμία περίπτωση οι οδηγίες αυτές δεν δύνανται να αντικαταστήσουν την εξατομικευμένη συμβουλευτική διαδικασία.
• Προσχολική ηλικία (3-5,6 χρονών)
–Το παιδί δυσκολεύεται να με αποχωριστεί. Κλαίει πολύ έντονα και αρνείται να πάει στο σχολείο. Πώς να το αντιμετωπίσω;
Το άγχος αποχωρισμού θεωρείται ένα φυσιολογικό φαινόμενο της αναπτυξιακής πορείας των παιδιών που ανήκουν στην συγκεκριμένη ηλικιακή ομάδα. Για τα παιδιά που έρχονται πρώτη φορά σε επαφή με το σχολικό πλαίσιο, είναι μια τεράστια αλλαγή. Είναι ο πρώτος χώρος που θα “υπάρξουν” μακριά από την θαλπωρή της οικογένειας, που θα κοινωνικοποιηθούν και θα αρχίσουν αν ανεξαρτητοποιούνται. Πολλές φορές το άγχος αποχωρισμού συνδέεται με όλες αυτές τις νέες, άγνωστες συνθήκες στις οποίες εκτίθενται και καλούνται να διαχειριστούν, άλλες φορές το αντικείμενο του φόβου του παιδιού είναι μήπως ότι ο φροντιστής του θα πάθει κάτι κακό εν τη απουσία του. Βέβαια το νέο ξεκίνημα του παιδιού μακριά από την οικογένεια δεν είναι δύσκολή μόνο για το παιδί αλλά και για τους γονείς. Αρκετές φορές η αντίδραση του παιδιού «κρύβει» μέσα της και την αγωνία που οι γονείς έχουν για τον αποχωρισμό αλλά δεν την εξωτερικεύουν.
Σημαντικό ρόλο στη μείωση και διαχείριση του άγχους αποχωρισμού διαδραματίζει η επαρκής προετοιμασία του παιδιού για τη μετάβαση του στο σχολικό πλαίσιο. Αυτό αφορά την σταδιακή εξοικείωση του με το σχολικό περιβάλλον, αλλά και τις δραστηριότητες που περικλείονται σε αυτό μέσω αφηγήσεων αλλά και άμεσης επαφής με το σχολικό πλαίσιο και το/τη δάσκαλο/α. Επίσης, η έκθεση του παιδιού σε «μικρούς αποχωρισμούς» από τους φροντιστές, όπου το παιδί θα ενημερώνεται για την απουσία τους και θα τους αποχαιρετά, συμβάλλει στο να συνηθίσει σταδιακά το παιδί την απουσία των γονέων και το γεγονός ότι επιστρέφουν αλλά και οι ίδιοι οι γονείς την ιδέα ότι το παιδί μπορεί να είναι ασφαλές μακριά τους.
Τέλος, η στάση και οι σκέψεις των γονέων αναφορικά με το σχολικό πλαίσιο ασκούν άμεση επιρροή στο παιδί. Η καθιέρωση μίας ρουτίνας αποχαιρετισμού –ειδικά το πρώτο διάστημα-, η ενίσχυση της έκφρασης του συναισθήματος του παιδιού καθώς και η καλή επαφή κι επικοινωνία με τους δασκάλους είναι καθοριστικής σημασίας για τη μείωση του άγχους και την ψυχική του εκφόρτιση.
• Σχολική ηλικία (6 – 11 χρονών)
– Πόσο πρέπει να εμπλέκομαι στο διάβασμα του παιδιού μου;
Στο δημοτικό πραγματοποιείται η πρώτη επαφή του παιδιού με την έννοια του δομημένου διαβάσματος και της εργασίας από το σπίτι. Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού τα παιδιά καλούνται να εξοικειωθούν με το διάβασμα και την εισαγωγή διαφόρων θεματικών και μαθημάτων. Συχνά αυτό δημιουργεί αρκετή αγωνία στους γονείς, ως προς το αν είναι έτοιμο το παιδί τους να ανταπεξέλθει και πως μπορούν οι ίδιοι να ενισχύσουν αυτήν του την προσπάθεια.
Μερικές φορές, η αγωνία τους μεταφράζεται στην πράξη ως υπερεμπλοκή στη μαθησιακή διαδικασία. Αυτό μπορεί να σημαίνει ότι είναι διαρκώς δίπλα στο παιδί όταν διαβάζει χωρίς να αφήνουν χώρο και στην προσωπική του προσπάθεια ακόμα και την αναζήτηση βοήθειας αν τη χρειαστεί. Άλλες μορφές υπερεμπλοκής μπορεί να είναι οι συνεχείς υποδείξεις των λαθών και λιγότερος χώρος για την ανάδειξη και των επιτευγμάτων του παιδιού, η δυσκολία των γονέων να επιτρέψουν να ολοκληρώσει τις υποχρεώσεις του, βασισμένο στη δική του δυνατότητα, μέχρι το να του λύνουν ή και να του γράφουν τις ασκήσεις. Το να μπει ο γονιός σε ένα δεύτερο ρόλο ,αυτόν του δασκάλου στο σπίτι, συνήθως οδηγεί σε έκπτωση της ποιότητας στη σχέση μεταξύ γονέα και παιδιού και παράλληλα αποτελεί τροχοπέδη στην ανεξαρτητοποίηση του παιδιού και στην ανάληψη της ευθύνης του διαβάσματός του.
Η εκπαιδευτική πορεία του μαθητή έχει ως στόχο την προοδευτική αυτονομία του μαθητή με στόχο την ανεξαρτιτοποίηση του. Ο βαθμός λοιπόν της εμπλοκής των γονεών στο διάβασμα σχετίζεται άμεσα με την τάξη στην οποία φοιτά το παιδί.
Στις πρώτες τάξεις του δημοτικού, η παρουσία του γονέα χρειάζεται μεν να είναι σχεδόν συνεχής, αλλά καθοδηγητική ως προς την οργάνωση του χώρου και του χρόνου του διαβάσματος, των μαθημάτων που έχει να κάνει, επεξηγήσεων που μπορεί να χρειαστεί να δώσει και στην εμβάθυνση της κατανόησης των όσων σημαίνουν αυτά που μελετά. Έπειτα, στις μεγαλύτερες τάξεις, ο ρόλος του γονέα γίνεται περισσότερο ελεγκτικός με την έννοια να υποβοηθά το παιδί να ολοκληρώνει και να είναι επιμελής ως προς τις υποχρεώσεις του, ώστε σταδιακά να αρχίσει να αναλαμβάνει τη συνολική ευθύνη του διαβάσματός του.
Σημαντικό είναι να αναγνωρίζεται η προσπάθεια που καταβάλει το παιδί και η αποδοχή των δυνατοτήτων του για την ενίσχυση της αυτοεικόνας του ως μαθητή, και όχι τόσο η αξιολόγηση του αποτελέσματος.
• Εφηβική ηλικία (12 – 18 χρονών)
-Δεν συγκεντρώνεται να διαβάσει τα μαθήματά της/του. Είναι όλη τη μέρα στο κινητό και μου ζητάει να βγαίνει. Πώς θα την/τον κάνω να συγκεντρωθεί πάλι;
Η επιστροφή στην τάξη και η αφιέρωση χρόνου στο διάβασμα των σχολικών και όχι μόνο μαθημάτων, είναι μία διαδικασία που για τους περισσότερους εφήβους δεν είναι ευχάριστη, πόσο μάλλον μετά την επιστροφή από τις καλοκαιρινές διακοπές, κατά τη διάρκεια των οποίων επικρατεί μία σχετική ρευστότητα στο πρόγραμμα της καθημερινότητας. Είναι σημαντικό να δοθεί ο απαραίτητος χρόνος στο παιδί να επαναπροσαρμοστεί στην σχολική συνθήκη.
Η θέσπιση ενός προγράμματος- από κοινού με το παιδί- το οποίο θα ενισχύει την εκπλήρωση του διαβάσματος και των υποχρεώσεων του παιδιού αλλά θα δημιουργεί και χώρο για τις προσωπικές ανάγκες και επιθυμίες του εφήβου, θα συμβάλει στο να ανταπεξέλθει στις υποχρεώσεις του και στην αποτελεσματικότερη διαχείριση του χρόνου του.
Οι γονείς δεν θα πρέπει να ξεχνούν ότι το διάβασμα πλέον αποτελεί ευθύνη του ίδιου του εφήβου και όσο και αν αυτό τους δυσκολεύει, θα πρέπει σταδιακά να απεμπλακούν από αυτή τη διαδικασία και να του αφήσουν χώρο να δράσει όπως εκείνο κρίνει. Η συζήτηση σχετικά με αυτά που τους προβληματίζουν στην συμπεριφορά του παιδιού, καθώς και η δημιουργία ενός «χώρου» όπου και το ίδιο το παιδί θα νιώθει ασφαλές να μοιραστεί τις ανησυχίες, τους προβληματισμούς και τις δυσκολίες του είναι απαραίτητη.
Είναι σημαντικό να μην ξεχνάμε ότι όπως οι ενήλικες, έτσι και τα παιδιά χρειάζονται το χρόνο τους για να προσαρμοστούν σε νέες συνθήκες. Η έναρξη της σχολικής χρονιάς αποτελεί ούτως η άλλως μία μετάβαση για όλα τα παιδιά είτε αυτό σημαίνει μετάβαση από μία σχολική τάξη στην επόμενη είτε πρώτη επαφή με το σχολικό πλαίσιο είτε μετάβαση από μία βαθμίδα εκπαίδευσης στην επόμενη. Η επικοινωνία, η εξωτερίκευση των συναισθημάτων και η κατανόηση είναι τα βασικά συστατικά για την αντιμετώπιση οποιασδήποτε δυσκολίας προκύψει.